Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014

Tόσο απλά

Γαμώτο μου λείπει που και που ένα τσιγάρο. Έτσι απλά, τόσο απλά. Η πρώτη εικόνα που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένα καλοκαίρι. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Εγώ σκασμένη. Κλεισούρα... καύσωνας.  Μια νύχτα να φλέγονται όλα μέσα στο σπίτι. Σε ένα σπίτι χωρίς κλιματισμό ή ανεμιστήρα. Να στριφογυρνάω και να μου έρχεται να τρελαθώ. Ώσπου ανοίγω τα παντζούρια διάπλατα, ανεβαίνω στο περβάζι και ανάβω ένα τσιγάρο.  Άρχισα να νιώθω λίγη από τη βραδινή δροσιά και να καπνίζω. Μια ακαριαία χαλάρωση ανακούφισε όλο το σώμα μου. Ήμουν ανήλικη, ήταν νύχτα, απαγορευόταν να βγω έξω, και δε μπορούσα με τίποτα να καπνίζω στο χαλαρό, όπως πχ θα μπορούσα τώρα πίνοντας έναν καφέ στο σαλόνι μου να ανάψω ένα τσιγάρο. Ξαφνικά καθισμένη στο περβάζι, ένιωσα πως απελευθερώθηκα, γύρω κοιμόντουσαν μέχρι και τα κουνούπια, κι εγώ κάπνιζα φυσώντας τον καπνό με αναίδεια. Ήταν μια από τις πρώτες ευτυχισμένες, εντελώς δικές μου στιγμές.
Πολλές άλλες παρόμοιες στιγμές υπήρξαν και το τσιγάρο ήταν ένα σημείο αναφοράς για να ακούσω τις σκέψεις μου, να μιλήσω και να τα βρω με τον εαυτό μου, να παρηγορηθώ ή να αντέξω να περιμένω κλπ.
Ώσπου θέλησα να το κόψω εντελώς. Μετά από αρκετά χρόνια βέβαια! Ήταν καλοκαίρι πάλι, βρισκόμασταν εγώ, ο Βασίλης και τα παιδιά στη Βόρεια Εύβοια, σε έναν υπέροχο ξενώνα. Οι ιδιοκτήτες του ξενώνα, ένα πολύ αγαπημένο ζευγάρι, μια βραδιά μας έκαναν το τραπέζι. Φάγαμε, ήπιαμε, τραγουδήσαμε και μιλάγαμε καπνίζοντας. Ο κύριος Γιώργος άρχισε να λέει πως πρέπει να το κόψει αλλά δεν μπορεί. Η Γκέλυ τον ρώτησε γιατί, κι αυτός απάντησε: "Τα ξημερώματα που γύριζα με το σκάφος από τα νησάκια απέναντι είχα κουραστεί κι έκανε κρύο. Έπεσαν οι δυνάμεις μου κι άρχισα να νιώθω άβολα, να στενοχωριέμαι...τυλίχτηκα με μια κουβέρτα κι άναψα ένα τσιγάρο. Και ξαφνικά ένιωσα πως μου έδωσε στην πλάτη ένα χτύπημα συμπαράστασης ο πιο καλός μου φίλος. Πώς να το κόψω;"
Τότε μου φάνηκε περίεργο αυτό που είπε και δεν ήθελα ποτέ να έρθω στο σημείο να νιώσω πως το τσιγάρο είναι ένας φίλος που δε θα μπορούσα ποτέ να αποχωριστώ. Από εκείνη τη μέρα άρχισε η αντίστροφη μέτρηση κι έτσι περίπου εφτά χρόνια τώρα δεν καπνίζω καθόλου. Μέχρι να φτάσω σε αυτό το σημείο για δυο-τρία χρόνια κάπνιζα λίγο ή κατα διαστήματα. Δεν αντέχω πια να είμαι σε χώρο που καπνίζουν, δε μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου να καπνίζει κλπ, αλλά ρε γαμώτο, είναι κάτι στιγμές, που θα ήθελα να είμαι εγώ και ένα τσιγάρο και να νιώσω πως με μια ρουφηξιά βουτάω στη δική μου κοσμογονία...να βρω την άκρη...τόσο απλά!